βιβλιοκαπηλ(ε)ία

βιβλιοκαπηλ(ε)ία
η
1. αισχροκέρδεια από την πώληση βιβλίων
2. παράνομη ανατύπωση και διάθεση βιβλίων στην αγορά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. βιβλιοκαπηλία (< βιβλιοκάπηλος) μαρτυρείται από το 1868 στον Δημ. Βερναρδάκη, ο δε τ. βιβλιοκαπηλεία (< βιβλίο(ν) + καπηλεία) μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικό Λεξικό τού Άγγελου Βλάχου. Για την ορθογραφία της λ. πρβλ. και πρωτοπορ(ε)ία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • βιβλιολατρ(ε)ία — η 1. η υπερβολική αγάπη για τα βιβλία 2. η λατρεία ιερών βιβλίων σε ορισμένες θρησκείες. [ΕΤΥΜΟΛ. βιβλιολατρεία < βιβλίο + λατρεία βιβλιολατρία < βιβλιολάτρης (πρβλ. και λ. βιβλιοκαπηλ(ε)ία)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”